σεμίρα

Κεφάλαιο ενδέκατο
Η Βάλμα στράφηκε προς το μέρος του άνδρα της.
Το μόνο που κάλυπτε τη γύμνια της ήταν ένα λεπτότατο αραχνούφαντο πέπλο διανθισμένο με πολύχρωμες χάντρες. Ήταν το παραδοσιακό ένδυμα αυτού του βασιλείου για την πρώτη νύχτα του γάμου.
Τα μάτια της καρφώνονταν μέσα στα δικά του σαν να ήθελαν να τα σκλαβώσουν, να τα κυριεύσουν για πάντα. τΗν κοίταζε κι εκείνος ανήμπορος να αρθρώσει λέξη. Η ομορφιά της αποκοίμιζε τη λογική και ξυπνούσε το κορμί του συνταράζοντάς το πολύ βαθιά. Αυτή δε θα ήταν βέβαια η πρώτη φορά που θα έκανε έρωτα μαζί της αλλά καταλάβαινε πως όλα από εδώ και στο εξής θα ήταν διαφορετικά, πιο έντονα και ίσως και πιο άγρια. Μα αυτό δεν τον δυσαρεστούσε καθόλου. Το είχε αποδεχθεί πως όλη του η ζωή θα άλλαζε από εκείνη την ώρα που άκουσε την προσταγή του βασιλιά. Έπρεπε λοιπόν να την απολαύσει όσο περισσότερο του επιτρεπόταν και παράλληλα να κάνει ο,τι μπορεί για να τη σώσει.
-δε σου αρέσω; Η Βάλμα ήρθε πιο κοντά του ανεμίζοντας επιδεικτικά τα μακριά της μαλλιά. Ένα βαρύ άρωμα τριαντάφυλλου γέμισε την ατμόσφαιρα κι ο Αρντάν ένιωσε να ξυπνάει στη στιγμή.
Την άρπαξε με βία σχεδόν κολλώντας τη πάνω του με αποτέλεσμα το πέπλο να σχιστεί στα δυο. Λεπτές λουρίδες υφάσματος έμειναν στα δάκτυλά του αλλά εκείνος δεν έδειχνε να τις αντιλαμβάνεται. Η βάλμα ωστόσο το πρόσεξε και αναρίγησε. Ήξερε αυτό που έλεγαν, πως δηλαδή αν συνέβαινε κάτι τέτοιο κάποιος από τους δυο θα πέθαινε προτού περάσει πολύς καιρός. Μα αυτό αντί για αναστάτωση της προκάλεσε μια έντονη ερωτική διέγερση.
Έτσι ανταποκρίθηκε χωρίς δισταγμό στο αγκάλιασμα του άνδρα της.
-Φυσικά και μου αρέσεις, είπε εκείνος κολλώντας και τα χείλη του στα δικά της. Πάρα πολύ, πώς μπορείς και το ρωτάς; Είσαι δική μου, επιτέλους, έγινες δική μου.
Την έσφιξε ακόμη περισσότερο σε σημείο που της προξένησε έναν ελαφρύ πόνο, αλλά δεν του έδωσε καμιά σημασία. Θα έβλεπε πως θα ξυπνούσε αύριο, κι αν της άφηνε κάποιο σημάδι θα του φερόταν ανάλογα. Για την ώρα υπήρχαν άλλα πιο σημαντικά πράγματα που την περίμεναν.

Ο Λόρεν κατέβηκε από τον καναπέ προσπαθώντας να γλιστρήσει κάτω από το σώμα της νεκρής γυναίκας. Της είχε κάνει έρωτα πολλές φορές με έναν τρόπο γλυκό στην αρχή αν και δεν το σκόπευε. Ωστόσο όσο περνούσε η ώρα ο θυμός του φούντωνε όλο και περισσότερο ώσπου στο τέλος τον κυρίευσε ολοκληρωτικά. Η κάρλα δεν είχε πάψει να διαμαρτύρεται με αποτέλεσμα να της κλείσει το στόμα με κάτι πρόχειρο. Κι αυτό του άρεσε ακόμη πιο πολύ, η εξουσία που φαινόταν να ασκεί πάνω της, τα πνιχτά βογκητά της, η κοφτή της αναπνοή… όλα τον ερέθιζαν κι έτσι κατέληξε να περάσει μαζί της περισσότερες ώρες από όσες υπολόγιζε. Μια δυο φορές η πόρτα της χτύπησε, κάποιος προφανώς την αναζητούσε αλλά εκείνος δεν ανησύχησε καθόλου. Ολοι ήξεραν τις συνήθειες της αρχιμουσικού, δε θα τους ξάφνιαζε η απουσία της.
Μα όχι, για στάσου, αυτό ήταν ψέμα. Η κάρλα ήταν συνεπής, δε θα μπορούσε να λείψει από αυτό το γεγονός…
Τη σκέψη αυτή την έκανε τώρα, καθώς ντυνόταν. Συνειδητοποίησε πως μέσα στο πάθος του είχε κάνει λάθη που θα μπορούσαν να του έχουν κοστίσει ακριβά. Θα έπρεπε να φύγει από εδώ, και μάλιστα πολύ γρήγορα αφού και η δική του απουσία δε θα περνούσε απαρατήρητη. Το σχέδιό του είχε ανατραπεί. Εκείνος λογάριαζε να τελειώνει γρήγορα μαζί της, αυτό υπολόγιζε όταν ερχόταν εδώ, ήθελε να τη σκοτώσει και μετά να πάει να συναντήσει τους υπόλοιπους και να περάσει όμορφα αλλά αυτή η καταραμένη γυναίκα τον είχε τρελάνει από την πρώτη στιγμή που την αντίκρυσε ξανά. Όμως κι εκείνος της είχε φερθεί όπως της άξιζε. Την είχε πνίξει την τελευταία φορά. Εκείνη πάλεψε όσο μπορούσε αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Ντυμένος πια έριξε μια ματιά στο χώρο προσπαθώντας να υπολογίσει σε πόσες ώρες θα τον ανακάλυπταν. Η οργή του βασιλιά ήταν παραπάνω από βέβαιη, η τιμωρία σκληρή, δεν έπρεπε να χάνει άλλο χρόνο. Θα εξαφανιζόταν για πάντα, θα άφηνε το σκοτάδι να τον καταπιεί. Θα γινόταν ένα με τον άνεμο.
Ξαφνικά χαμογέλασε. Όταν εκείνοι θα ανακάλυπταν την ταυτότητά του, αυτός, ο λόρεν, θα ήταν πια πολύ μακριά.
Άνοιξε την πόρτα αποφασιστικά. Κανένας φρουρός δε στεκόταν απ’έξω. Το πιθανότερο ήταν πως όλοι θα κοιμόνταν αγκαλιά με τις γυναίκες του παλατιού που δεν ήταν και λίγες! Κι αυτό τον βόλευε. Έκλεισε πίσω του την πόρτα κι άρχισε νατρέχει.

Η βάλμα άνοιξε τα μάτια της αργά αργά και τεντώθηκε. Από τα χείλη της ξέφυγε ένα ελαφρύ βογκητό. Όλο της το σώμα ήταν πιασμένο. Ο Αρντάν το είχε παρακάνει, θα μιλούσε μαζί του γι’αυτό αργότερα. αΛήθεια πού ήταν; άΠλωσε το χέρι της να τον αναζητήσει αλλά το κρεβάτι ήταν άδειο.
Ανασηκώθηκε στους αγκώνες της προσπαθώντας να ξυπνήσειεντελώς. Μεμιάς ο νους της καθάρισε, είχε δουλειά να κάνει. Θα επισκεπτόταν τη βασίλισσα εκείνο το πρωινό, θα τη γνώριζε και θα διαλυόταν και το μυστήριο της απουσίας της από το γάμο και τη δεξίωση.
Πετάχτηκε από το κρεβάτι συμπαρασύροντας μαζί και τα σκεπάσματα. Είχε το χρόνο να ετοιμαστεί; Άρχισε να φωνάζει τις υπηρέτριες ξεχνώντας πως ήταν εντελώς γυμνή.
Αργότερα θα έψαχνε και τον Αρντάν, θα είχε κι εκείνος σίγουρα πολλές δουλειές να κάνει.
Η πόρτα άνοιξε και μέσα μπήκε η κοπέλα που είχε πληγώσει την προηγούμενη μέρα.
-καλημέρα, μουρμούρισε σαστισμένη από αυτό που έβλεπε.
-Τι με κοιτάς έτσι; Η βάλμα τυλήχτηκε με ένα λουλουδάτο σεντόνι και ξανακάθισε στην άκρη του κρεβατιού. Πότε έφυγεο άνδρας μου;
-πριν λίγο, κυρία, ζήτησε να μη σας ενοχλήσουμε.
Η βάλμα έγνεψε αδιόρατα.
-πες να μου ετοιμάσουν το αφρόλουτρο κι ένα καλό πρωινό και μετά φώναξε την υπεύθυνη για τα ρούχα μου, με περιμένει η βασίλισσα. Βιάσου.
Η κοπέλα έγνεψε ξανά και βγήκε.

Ο βασιλιάς μπήκε στην αίθουσα του θρόνου νωρίτερα από τη συνηθισμένη του ώρα. Αν και είχε αργήσει να κοιμηθεί ένιωθε φρέσκος και ξεκούραστος. Ήθελε να στρωθεί αμέσως στη δουλειά αφού υπήρχαν υποθέσεις που δε μπορούσαν να περιμένουν. Ήταν αλήθεια πως αυτό που είχε ζητήσει από τον Αρντάν το είχε κάνει κυρίως για να τον δοκιμάσει και για να του περιορίσει λίγο την έπαρση αλλά σε περίπτωση που πετύχαινε το βήμα θα ήταν καθοριστικό για τη χώρα του. Μα αν άρχιζε η εξυγείανση τότε έπρεπε να ακολουθήσουν κι όλοι οι κλάδοι.
-καλημέρα, βασιλιά μου, Ο ραλφ στεκόταν κοντά του γεμάτος αμηχανία. Έπλεκε και έσφιγγε μεταξύ τους τα χέρια του παλεύοντας να μιλήσει την κατάλληλη στιγμή για να μην ανησυχήσει το βασιλιά αλλά και για να μη φανεί πως τον παρακολουθούσε ώρα πολλή χωρίς να του μιλάει.
-Ραλφ, εδώ είσαι; Πότε ήρθες;
-τώρα, βασιλιά μου.
Ο βασιλιάς τον κοίταξε πιο προσεκτικά.
-είσαι καλά; Φαίνεσαι σχεδόν άρρωστος. Γιατί βιάστηκες να με ακολουθήσεις; Έπρεπε να μείνεις στο κρεβάτι για λίγο ακόμη.
Ο ραλφ κρέμασε τα χέρια στα πλευρά. Κι έπειτα ξεροκατάπιε.
-συμβαίνει κάτι;
-μάλιστα, βασιλιά μου, κάτι συμβαίνει. Δεν υπάρχει χρόνος για ξεκούραση και ύπνο σε τούτο το παλάτι ακόμη κι αν η προηγούμενη νύχτα ήταν νύχτα γιορτής και γλεντιού.
-μίλα λοιπόν, ραλφ.Πες αυτό που έχεις να πεις.
-ήρθε και με ξύπνησε ο αρχίατρος.
Ο βασιλιάς χλώμιασε.
-Η βασίλισσα…
-όχι, η φωνή του άλλου ακούστηκε στριγκή από τον τρόμο και τη βιασύνη, η βασίλισσα είναι μια χαρά. Ήθελε να μου μιλήσει για την Κάρλα.
-Για την Κάρλα;
-ναι, το προσέξατε ίσως πως δεν εμφανίσθηκε στη δεξίωση χθες.
-ναι τώρα που το λες… έχεις δίκιο, θυμάμαι πως με απασχόλησε κάποια στιγμή αλλά μετά το ξέχασα. Τι της συνέβη; αΡρώστησε;
-όχι ακριβώς… ο ραλφ φάνηκε να πνίγεται αλλά τελικά το πήρε απόφαση.
-Η Κάρλα βασιλιά μου, είναι νεκρή!

Ετικέτες:

Ένα Σχόλιο to “σεμίρα”

  1. Νυχτερινή Πένα Says:

    Φοβερή συνέχεια. Δεν περίμενα ότι η Κάρλα θα πέθαινε, το σκάνδαλο θα ακολουθήσει μετά το θάνατό της λοιπόν.
    Ο Αρντάν και η Βάλμα έχουν πολύ πάθος, ειδικά για κάποιους που ενυπάρχει και συμφέρον στο γάμο. Να δούμε και αν θα έχει δίκιο η Βάλμα για το προαίσθημά της.

Αφήστε απάντηση στον/στην Νυχτερινή Πένα Ακύρωση απάντησης